Σελίδες

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2007

Το πεδίο σύγκλισης

Ήταν γενναία η μάχη αλλά κανείς δεν αμφέβαλλε για τον νικητή. Σ’' αυτόν τον οριακό τόπο που λέγεται Αττική και που πολιτογραφείται καιρικά «σαν ανατολικός» και τοπικά «προσήνεμος», όταν θέλει να κάνει παιχνίδι ο βοριάς, ο νοτιάς λίγες ελπίδες έχει. Πάλεψαν
αρκετά. Ο ένας ήθελε να επιβάλλει τη δροσιά του κι ο άλλος την υγρασία του. Κανένας δεν αποκάλυπτε αν το τελευταίο του όπλο θα ήταν η βροχή. Πάνω στην αντάρα της μάχης, πότε μύριζε νοτισμένο χώμα, πότε θαλασσινή αλμύρα και πότε ένα μίγμα από μακρινές στεριανές ευωδιές. 
Ο ουρανός δεν άργησε να γίνει μια γκρίζα θάλασσα από σύννεφα που κανείς δεν μπορούσε να πει σε ποιον από τους δυό αντίπαλους ανήκε. ’ρχισε να βρυχάται ο γαρμπής εξαπολύοντας τους κεραυνούς του στα μετόπισθεν, σε σίγουρο έδαφος. Ανταπαντούσε στα πυρά ο βοριάς με τις άγριες ψυχρές ριπές του κερδίζοντας συνεχώς έδαφος. Έτσι δεν άργησε η ώρα της ανακωχής. Σίγησε γλυκά ο τόπος και καθώς οι αντίπαλοι έσφιγγαν τα χέρια, έπεσαν λίγες ψιχάλες, έτσι σαν λιτή επινίκεια τελετή. Και κείνο το ταλαιπωρημένο, άνυδρο κομμάτι της Αττικής γης με τα πέντε εκατομμύρια ψυχές, κουράστηκε να περιμένει. Αφέθηκε μοιρολατρικά για άλλη μια φορά στο συνηθισμένο νικητή, τον παλιό της γνώριμο, τον ξερό βοριά ρίχνοντας μια τελευταία λυπημένη και νοσταλγική ματιά στις αραιές πια, μακρινές σιωπηλές αστραπές που χάνονταν σιγά σιγά κάπου στα βάθη της θάλασσας.

Τα Πρωτοβρόχια δεν ήλθαν ακόμη εδώ.