Σελίδες

Δευτέρα 28 Απριλίου 2008

Η κούνια

 


Απομεσήμερο του Αη Γιωργιού κι οι καμινάδες του χωριού κάπνιζαν ακόμη από τα μαγειρέματα. Η μυρωδιά της τσίκνας του σουβλιστού αρνιού ανακατευόταν με τις ευωδιές από τις βιολέτες και τα τριαντάφυλλα των κήπων. Στο σπίτι του Γιώργη του Χανιώτη τα κλαρίνα τα τραγούδια και οι χοροί έδιναν κι έπαιρναν. Οι γειτόνοι περνούσαν για να ευχηθούν και η Γιώργαινα με τις κόρες και τις παρακόρες κουβαλούσαν τους δίσκους με τις γαλατόπιτες και τους κουραμπιέδες για τα κεράσματα.

«Βγένωωω! Πάμε για την κούνια!» Ακούστηκαν μερικές χαρούμενες κοριτσίστικες φωνές από την αυλόπορτα!

 «Άσε με, λε, μάνα!» ψέλισε ικετευτικά η Βγένω. «Τα πρόβατα!» ανταπάντησε επιτακτικά η Γιώργαινα. «Θα τα πάω στις Πλάκες, μη σε μέλει! Άσε με κι εμένα, μόνο μία φορά να πάω στην κούνια, λε μάνα! Του Άη Γιώργη, σήμερα!» «Καλά, τράβα!» λύγισε η Γιώργαινα «τήρα μόνο να μην ξεχαστείς, σ’ έσφαξα σαν το τραγί!» Χωρίς δεύτερη κουβέντα, η Βγένω, πέταξε την ποδιά και κατρακύλησε την πέτρινη σκάλα που οδηγούσε από τα χαγιάτι στην αυλή.

Με γέλια και τραγούδια οι νεολαία του χωριού -από τις λίγες φορές ελεύθερα μαζί, αγόρια και κορίτσια-, έριξαν την τριχιά στα κλαδιά της γέρικης καρυδιάς δίπλα από την εκκλησία κι έφτιαξαν μια μεγάλη αιώρα, στρωμένη με ένα πολύχρωμο κιλίμι και στολισμένη με αγριολούλουδα. Ένα - ένα τα κορίτσια ανέβαιναν στην κούνια κι ένα παλληκάρι (συνήθως αυτός που ενδιαφερόταν ερωτικά) την έσπρωχνε να πάει ψηλά. Κάποια στιγμή ήλθε και η σειρά της Βγένως. Ο Χαραλάμπης του παπά έσπρωξε την κούνια αλλά η Βγένω ούτε που τον πρόσεξε. Καθώς η αιώρα ανέβαινε ψηλά σχίζοντας τον αέρα, η Βγένω άφηνε το βλέμμα να πλανιέται πέρα στα χωράφια και στις ρεματιές και ψηλά, στα βαριά φουσκωμένα σύννεφα που ξεχύνονταν στον ουρανό από την Τσεμπερού και τα γύρω βουνά. Πάντα αναρωτιόταν πώς να ήταν οι τόποι πίσω από αυτά τα βουνά. Ξαφνικά ο ήλιος κρύφτηκε κι ένα δυνατό ανεμοδούρι που λύγισε τα κλαδιά της καρυδιάς σηκώνοντας ένα σύννεφο σκόνη, διέκοψε την ονειροπόληση του κοριτσιού. Απανωτά ακούγεται μια εκκωφαντική βροντή και μέχρι να εγκαταλείψει η Βγένω την αιώρα άνοιξαν οι ουρανοί. «Τα πρόβατα!» ψέλισε κι άρχισε να τρέχει προς τη ρεματιά. «Βγένωωω, στάσου, που πάς, μωρήηηη; Έρχεται νερόοοο!» φώναξε μια φιλενάδα, αλλά η Βγένω είχε κιόλας χαθεί μέσα στην αντάρα.

Η βροχή είχε από ώρα κοπάσει κι ο απογευματινός ήλιος, στο δρόμο για τη δύση του, ακουμπούσε πια στο βουνό. Όλα τριγύρω έλαμπαν ξεπλυμένα από τη βροχή. Οι στέρνες στις Τριχιές είχαν ξεχειλίσει νερό. Οι μυρωδιές της φύσης είχαν πάρει άλλους τόνους, πιο μεθυστικούς. Η Βγένω δεν είχε ακόμη φανεί. Ανήσυχη η μάνα της βγήκε να την αναζητήσει. «Κυρά Γιώργαινα, η κατεβασιά στο Βατράχι πήρε δυό πρόβατα, και τα τραβάει κάτω στον Αλφειό!» «Μάνα, θα πήρε και τη Βγένω;» ρώτησε με αθώα παιδική ειλικρίνεια ο Αρίστος. «Σκάσε, πανάθεμά σε!» του άστραψε ένα χαστούκι η Γιώργαινα ουρλιάζοντας τρελλή από την αγωνία και χωρίς δεύτερη σκέψη για τα βουβά δάκρυα του μικρού όρμησε προς το σπίτι να ειδοποιήσει τους άντρες.

Η ολονύχτια αναζήτηση με τα φανάρια στις όχθες των ρεμάτων ήταν άκαρπη. Τα πρώτα καλά μαντάτα έφτασαν προς το μεσημέρι της επόμενης, όταν είχαν ήδη κατέβει τα νερά στη ρεματιά. Τα πρόβατα βρέθηκαν όλα, εκτός από δύο, στην απέναντι όχθη, κουρνιασμένα κάτω από μια αγριαπιδιά. Μετά από λίγο η καμπάνα του χωριού χτύπησε χαρούμενα. Το κορίτσι βρέθηκε να κοιμάται εξαντλημένο, αγκαλιά με το Μηνά το αγαπημένο της αρνάκι, μέσα σε μια μικρή, μισοκρυμμένη σπηλιά σε ένα ύψωμα πάνω από την όχθη της ρεματιάς.

«Να κάμεις τάμα, Γιώργαινα! Ετούτο ήταν Θάμα!» είπαν αργότερα στη μάνα οι γυναίκες του χωριού. «Ναι, ήταν ...» απάντησε ήρεμα με βλέμμα απόμακρο η Γιώργαινα.

Την άλλη μέρα, το πρωί, όταν η Βγένω βγήκε στο χαγιάτι αντίκρυσε μια κούνια να κρέμεται στη μουριά της αυλής. Ήταν φτιαγμένη από ολοκαίνουργια γερή τριχιά και για κάθισμα είχε ένα όμορφο υφαντό μαξιλάρι. Το κορίτσι γύρισε τρέχοντας μέσα στο σπίτι και χώθηκε σιωπηλό στην αγκαλιά της μάνας της. «Σ’ αγαπώ πολύ κόρη, μου!» της είπε τρυφερά η Γιώργαινα.

*********************************************************************

1. Αυτή η ιστορία δεν είναι εντελώς προϊόν μυθοπλασίας.  «Μπερδεύει» δύο διαφορετικές παλιές οικογενειακές ιστορίες που μου έχει αφηγηθεί η μητέρα μου. Τα οικογενειακά ονόματα τα έχω αλλάξει αλλά τα τοπωνύμια είναι πραγματικά.

2. Το αηγιωργίτικο έθιμο της «κούνιας» που εκφράζει τη χαρά για την αναγέννηση της φύσης, και το οποίο θυμάμαι αμυδρά από τα παιδικά μου χρόνια, υπήρχε και σε άλλους τόπους της Ελλάδας, όπως στις Κυκλάδες και λέγεται ότι έχει αρχαία καταγωγή.

3. Η γιορτή του Άη Γιώργη του Τροπαιοφόρου, προστάτη των γεωργών, πολέμιου της λειψυδρίας σύμφωνα με το μύθο, και μεγάλου άγιου όλων των χριστιανικών δογμάτων, θεωρείται σαν δεύτερο μικρό Πάσχα και γιορτάζεται μεγαλόπρεπα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.

4. Οι ανοιξιάτικες καταιγίδες, καθόλου σπάνιο φαινόμενο στο λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης Αρκαδίας, κατά καιρούς είναι τόσο ραγδαίες, που πλημμυρίζουν τα πάμπολλα ρέματα που κατεβαίνουν από τα γύρω βουνά και χύνονται στον Αλφειό. Πολύ συχνά στο παρελθόν τα ορμητικά νερά προκαλούσαν κατολισθήσεις και παράσερναν ζώα.

Δευτέρα 21 Απριλίου 2008

Οι καιροί της Μπολόνιας

Τέσσερα πράγματα θα μπορούσε να πει κανείς για το κλίμα της ιταλικής πόλης Μπολόνια, ενός τόπου που επισκέφθηκα πολλές φορές, και έζησα τους μεγαλοπρεπείς χειμώνες της:


1. Ομίχλη: Ο συχνός επισκέπτης

Η ομίχλη αγαπά την Μπολόνια και την επισκέπτεται συχνά. Από όλες τις ομίχλες της χρονιάς, η πιο όμορφη είναι η χειμωνιάτικη, αυτή που αρχικά παίδεψε τον, άμαθο στη δύναμή της, ψυχισμό μου και στο τέλος με γοήτευσε, αυτή που αναδεικνύει απαράμιλλα τη μεσαιωνική ομορφιά της πόλης.

Συχνά, όταν στα κοντινά βουνά χιονίζει, η χειμωνιάτικη ομίχλη δίνει στην πόλη ένα ασταμάτητο παγωμένο ψιλόβροχο σαν κι αυτό που με υποδέχτηκε στο ταξίδι μου εκεί. Φτάνοντας για πρώτη φορά στην πόλη, αντίκρυσα μια τέτοια εικόνα:


Bologna in the Rain

(Πηγή: flickr.com)


Πηγή: flickr.com

Μια ανάλογη εικόνα βέβαια μπορεί να αντικρύσει κανείς και την άνοιξη, εποχή που εκεί βρέχει πολύ.


Ωστόσο, οι κάτοικοι, βρέξει-χιονίσει δεν πτοούνται. Δεν διακόπτουν καμμία δραστηριότητα, ας είναι καλά οι στοές, στις άκρες των δρόμων που σοφά έκτισαν κάποτε οι αρχιτέκτονες του Μεσαίωνα, ακριβώς για να προστατεύουν τους διαβάτες από τις σκληρές καιρικές συνθήκες.

Το λέει με τους στίχους του ένας γνωστός Ιταλός τραγουδοποιός περιγράφοντας με ακρίβεια τη γεωγραφική θέση της πόλης, κάτω από τους λόφους - βόρειες απολήξεις των Απεννίνων ορέων, στα νότιο άκρο της (προστατευμένης από τα Απέννινα και τις Άλπεις) πεδιάδας του ποταμού Πάδου.

(σε ελεύθερη απόδοση)

«Η Μπολόνια είναι μια γηραιά κυρία, με λίγο αφράτα πλευρά

Με το στήθος στραμμένο στην πεδιάδα του Πάδου

που στους λόφους ακουμπά τα πισινά»


2. Τα καυτά καλοκαίρια


Το χειρότερο καιρικό σκηνικό που μπορεί να σου συμβεί στη Μπολόνια είναι η πνιγηρή αχλύς, χαρακτηριστική του θερμού και υγρού καλοκαιριού της βόρειας Ιταλίας. Γι αυτό, τους καλοκαιρινούς μήνες η πόλη αδειάζει και τα Σαββατοκύριακα οι λίγοι εναπομείναντες παίρνουν το δρόμο για τις σχετικά κοντινές παραλίες της Αδριατικής μια και στην πόλη δεν φτάνει η αύρα της θάλασσας. Άλλη ελπίδα δροσιάς, έστω και μικρής διάρκειας, οι θερμικές καταιγίδες.


(Πηγή: flickr.com)
...ma quant'è bello andare in giro per i colli bolognesi...


3. Οι λιγοστοί άνεμοι κι οι παγεροί χειμώνες


Επειδή η πόλη βρίσκεται στις άκρες της κοιλάδας του Πάδου, επηρεάζεται από τα κλιματικά χαρακτηριστικά της.

Η πεδιάδα του Πάδου είναι μια βαθιά λεκάνη που περικλείεται από ψηλά βουνά (τις Άλπεις και τα βόρεια Απέννινα ) και διασχίζεται από τον ποταμό Πάδο και τους παραποτάμους του.

Η εδαφική αυτή μορφολογία δεν διευκολύνει την ανανέωση του ατμοσφαιρικού αέρα στα κατώτερα στρώματα κι αυτό σε συνδυασμό με την υγρασία των ποταμών δημιουργεί ένα «μαξιλάρι» χαμηλής πυκνής νέφωσης, μια «ομίχλη που κόβεις με το μαχαίρι»,όπως την περιγράφουν χαρακτηριστικά ντόπιοι και επισκέπτες. Η μετεωρολογική αυτή συνθήκη, σε συνδυασμό μετην υψηλή βιομηχανική ανάπτυξη της περιοχής, καθιστούν την πεδιάδα του Πάδου μια από τις περιοχές με την υψηλότερη ρύπανση. Έτσι, οι άνεμοι στην περιοχή της Μπολόνια δεν είναι τόσο συχνοί όσο σε άλλες περιοχές


(Φωτο:: European Space Agency, πηγή:: Corriere Della Serra,)



Ωστόσο, μερικές φορές το χειμώνα, φυσούν από τη μεριά της Αδριατικής ισχυρότατοι βορειοανατολικοί άνεμοι. Συνήθως πρόκειται για τον περίφημο Bora (ναι, βορράς), καταβάτη από τις Διναρικές Άλπεις που οφείλεται σε υψηλες πιέσεις στα Βαλκάνια, ο οποίος σαρώνει τη βόρεια Αδριατική. Στην περίπτωση αυτή ο άνεμος που διασχίζει την Αδριατική δημιουργεί το φαινόμενο lake effect * που φέρνει χαμηλές θερμοκρασίες, χιόνια, και ισχυρές χιονοθύελλες στις ιταλικές ακτές της Αδριατικής και στις γύρω περιοχές, όπως η Μπολόνια.

Σπανιότερα, φτάνει στην περιοχή κι ένας άλλος άνεμος που διασχίζει επίσης την Αδριατική, ο παγωμένος Buran (βορράς κι αυτός) που έρχεται από τις ρωσικές στέπες.


Στην ψυχρή εισβολή της 10ης Μαρτίου 2010, η Μπολόνια θάφτηκε στο χιόνι ενώ στην Τεργέστη στη βόρεια Αδριατική που σαρώνεται τακτικά από τον bora, οι ριπές του ανέμου έφτασαν τα 200 χιλιόμετρα την ώρα!


Μπολόνια 10-3-2010 Τεργέστη 10-3-2010



4. Οι μπολονιέζικες λιακάδες


Πηγή: flickr

Μπορεί η ομίχλη να είναι συχνή αλλά δεν λείπουν και οι λαμπερές λιακάδες, εκείνες που κάνουν τους Μπολονιέζους να ξεχύνονται στους καταπράσινους λόφους πάνω από την πόλη για να χαρούν την ομορφιά της φύσης. Τις μέρες με ηλιοφάνεια και διαύγεια αναδεικνύεται η κοκκινωπή όψη που δίνουν στην πόλη οι παραδοσιακές κεραμοσκεπές και το χρώμα των κτιρίων δικαιολογώντας και τον ένα από τους τρείς λόγους για το χαρακτηρισμό «Bologna, La Rossa» (Μπολόνια, η Κόκκινη) που της δίνουν οι Ιταλοί (ο άλλος λόγος είναι πολιτικός).

Άλλοι δύο χαρακτηρισμοί που δίνουν οι Ιταλοί στη Μπολόνια είναι Bologna La Dotta (Μορφωμένη - έχει το παλαιότερο πανεπιστήμιο της Ευρώπης) και Bologna La Grassa (Χοντρή, χάρη στην καταπληκτική, πλούσια κουζίνα της και τους καλοφαγάδες κατοίκους).

Όλα αυτά δεν είναι παρά μόνο ένα μικρό μέρος αυτού που αντιπροσωπεύει αυτή η γοητευτική ιστορική πόλη, πατρίδα του Γουλιέλμου Μαρκόνι, του Λούτσιο Ντάλλα, της Ραφαέλλα Καρά, της μορταδέλας, των τορτελίνι και της Ducati.

Οι ιταλομαθείς μπορείτε να βρείτε περισσότερα για το κλίμα της ευρύτερης περοχής εδώ, ενώ τον καιρό της πόλης ζωτανά μπορείτε να δείτε εδώ .

Τελειώνοντας, ας ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στη Μπολόνια, ακούγοντας ένα τραγουδάκι από το φημισμένο Μπολονιέζο τραγουδοποιό Λούτσιο Ντάλλα, στο οποίο σατιρίζει με αγάπη τη γενέτειρά του, νοσταλγώντας, μεταξύ άλλων τις καταιγίδες που ξεσπούν στους γειτονικούς λόφους.






Σάββατο 19 Απριλίου 2008

Ταξίδι με τέσσερις καιρούς

Το αεροπλάνο είχε αφήσει πίσω του το διάδρομο 15 Left και σε δευτερόλεπτα έπαιρνε δεξιά στροφή πάνω από τη Γλυφάδα. Τα μεγάλα πλοία έξω από το λιμάνι του Πειραιά φάνταζαν πια σαν παιδικές μινιατούρες και σε λίγο το λεκανοπέδιο πίσω μου χανόταν κάτω από τα μια θάλασσα σύννεφα, που απλωνόταν πυκνότερη προς τα δυτικά. Μερικές σταγόνες βροχής σκόρπιες στο φινιστρίνι με άφησαν να φαντάζομαι την καιρική συνέχεια στην Αθήνα που άφηνα πίσω μου. Κλασσικός μουντός καιρός νοτιά που μάλλον θα έφερνε σιγανή βροχή.

Η πτήση πάνω από μια γαλήνια θάλασσα από σύννεφα ήταν άνετη χωρίς αναταράξεις αλλά η νεφοκάλυψη μου στέρησε τη δυνατότητα να μελετήσω από ψηλά το γνώριμο ανάγλυφο του Κορινθιακού και των ακτών του Ιονίου. Θα ήταν αυτός ένας τρόπος να κατασιγάσω τον ενδόμυχο φόβο του αεροπλάνου και την γλυκιά ένταση του ταξιδιού σε τόπο ξένο αλλά και τόσο οικείο, ταυτόχρονα. Έτσι, επιστράτευσα τη φαντασία για να μαντέψω τον καιρό κάτω από τα σύννεφα. Πάτρα, μουντάδα και ψιλόβροχο ....Κέρκυρα, ομίχλη... Ιόνιο γκριζοπράσινο και αφρισμένο .... Τάραντας, βροχή.... Πώς να ήταν ο καιρός στη Νάπολι; Να φορούσε άραγε ο Βεζούβιος εντυπωσιακό νεφομανδύα;

Πάνω από την κοιλάδα του Τίβερη (πηγή: flickr.com)

Καθώς πάσχιζα να φτιάξω εικόνες καιρικές ταξιδεύοντας το νου χιλιάδες μέτρα κάτω από τα σύννεφα και αμβλύνοντας το χρόνο, δεν κατάλαβα καν πότε έφτασε η διαδικασία προσγείωσης. «Θερμοκρασία 12 βαθμοί Κελσίου» ήταν το μόνο που συγκράτησα από τα λόγια του πιλότου καθώς κατεβαίναμε, μαζί με μια φευγαλέα εικόνα από ψηλά του ασημοπράσινου φιδίσιου Τίβερη, που μισοκρυβόταν μαζί με την Αιώνια Πόλη, πίσω από περαστικούς σωρείτες.

Στο Stazione Termini, τον πολύβουο κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Ρώμης, δεν είχα καθόλου το χρόνο για εικόνες και εντυπώσεις. Το τρένο θα έφευγε σε λίγα λεπτά.

Ρώμη, ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός (πηγή: flickr.com)

Αφήνοντας πίσω το όμορφο αλλά μελαγχολικό χειμωνιάτικο τοπίο της υπαίθρου της κεντρικής Ιταλίας, μια νέα πανδαισία χρωμάτων με περίμενε στην Τοσκάνη. Το πράσινο της χειμερινής βάστησης και το καστανό της γης κυριαρχούσαν στα χωράφια και στις διάσπαρτες χαμηλές λοφοσειρές. Πινελιές σε χρώματα ώχρας τα χωριά και οι κωμοπόλεις στις πλαγιές των λόφων, σκουρόχρωμοι γκριζο πράσινοι τόνοι οι μικρές συστάδες από τα κυπαρίσσια και τις γυμνές λεύκες.

Τοπίο στην Τοσκάνη (πηγή: flickr.com)

Το τρένο κυλούσε μέσα σε ένα γλυκό τοπίο, λουσμένο στο απαλό ρόδινο φως που έφτιαχνε το δειλινό μαζί την αραιή ομίχλη του κάμπου. Είχε βρέξει νωρίτερα. Στα χωράφια υπήρχαν μικρές λακκούβες με νερό. Αναρωτήθηκα πώς να ήταν η Φλωρεντία με βροχή. Θα το μάθαινα κάποια άλλη μελλοντική στιγμή.

Νύχτωνε πια όταν το τρένο σκαρφαλωμένο στις νότιες πλαγιές των Απεννίνων μπήκε σφυρίζοντας στο τούνελ που συνδέει την περιοχή της Τοσκάνης με την περιοχή Εμίλια- Ρομάνια, ουσιαστικά, την κεντρική με τη βόρεια Ιταλία. Πολύ λίγα χιλιόμετρα μας χώριζαν από την Μπολόνια. Όταν το τρένο βγήκε από το τούνελ, έμεινα έκθαμβη! Το ήπιο καιρικό σκηνικό της Τοσκάνης έμοιαζε μακρυνό παρελθόν.

Τα Απέννινα στην περιοχή της Τοσκάνης (πηγή: flickr.com)


Οι βόρειες πλαγιές των Απεννίνων ήταν κατάλευκες από το χιόνι και τυλιγμένες στη χαμηλή νέφωση! Τόσο έντονη ήταν η διαφορά που ένοιωσα σαν να είμαι σε άλλη χώρα και σε διαφορετική εποχή! Ο ρόλος της οροσειράς των Απεννίνων στη διαμόρφωση του κλίματος της Ιταλίας σε όλο του το μεγαλείο!

Μπολόνια, οι Δύο Πύργοι (πηγή: flickr.com)
Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά, όταν το τρένο έφτασε στη Μπολόνια. Βγαίνοντας από το σταθμό, ένοιωσα την παγερή ανάσα της ομίχλης και το λεπτό ακατάπαυστο μαστίγωμα της ψιλής βροχής. Φτάνοντας στο κέντρο της πόλης, το κρύο ήταν δυνατό, ακόμη και κάτω από τις περίφημες στοές των κτιρίων που προσφέρουν στους διαβάτες προστασία από το θυμό των καιρών. Αντικρύζοντας από μακριά τους δύο πύργους, σήκωσα ασυναίσθητα το βλέμμα ψηλά. Ίσα που φαίνονταν οι κορυφές τους. Έμοιαζαν σαν να σκύβουν προς το μέρος μου και να μου ψιθυρίζουν συνομωτικά «Καλωσόρισες στο βασίλειο της ομίχλης!»

(Αναμνήσεις από ένα ταξίδι ζωής)